Η πράσινη λογιστική και η εφαρμογή της από τις επιχειρήσεις.

Γράφουν οι Κυριάκος Πατατούκας, τ. Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής, Νικόλαος Λαζ. Παπάκης, Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής, ΣΟΛ Crowe(Master of Accountancy & Business Finance University of Dundee, Scotland).

Την εποχή της παγκοσμιοποίησης που διανύουμε, γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες της λεγόμενης «κλιματικής αλλαγής», της οποίας τα φαινόμενα επηρεάζουν ολόκληρους κλάδους της οικονομίας, όπως την γεωργία, τον τουρισμό, και την βιομηχανία. Η έντονη βιομηχανική δραστηριότητα, έχει άμεσο αντίκτυπο στην χλωρίδα και πανίδα σε ολόκληρο τον πλανήτη. Οι επιχειρήσεις κατά κύριο λόγο, με την δραστηριότητά τους εκμεταλλεύονται τους φυσικούς πόρους του πλανήτη με πολύ εντατικό ρυθμό, με αποτέλεσμα η μόλυνση που δημιουργείται στο φυσικό περιβάλλον πολλές φορές να είναι μη αναστρέψιμη. Ως συνέπεια αυτού του γεγονότος οι διοικήσεις των επιχειρήσεων δέχονται πιέσεις από τους μετόχους τους για τα αυξημένα κόστη της μόλυνσης του περιβάλλοντος που προκαλούν οι εν λόγω επιχειρήσεις, καθώς επίσης και από περιβαλλοντικές και μη κυβερνητικές οργανώσεις.

Αποτέλεσμα αυτών των γεγονότων είναι η ανάπτυξη ενός νέου κλάδου της λογιστικής επιστήμης, η λεγόμενη ως «Περιβαλλοντική Λογιστική – Πράσινη Λογιστική», η οποία επικεντρώνεται τόσο στην αναγνώριση και καταγραφή των αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και στον προσδιορισμό του περιβαλλοντικού κόστους όσο και στην εφαρμογή μεθόδων με τις οποίες η βιωσιμότητα μπορεί να αξιολογηθεί και να ενσωματωθεί στην οργανωτική δομή μιας επιχείρησης.

Οφέλη από την εφαρμογή της Περιβαλλοντικής Λογιστικής

Οι διοικήσεις των επιχειρήσεων ολοένα και περισσότερο συνειδητοποιούν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των δραστηριοτήτων τους. Οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι αποτελούν πλέον μέρος της επιτυχημένης δράσης της επιχείρησης όπως ο σχεδιασμός προϊόντων, το μάρκετινγκ και η χρηστή οικονομική διαχείριση. Η κακή περιβαλλοντική συμπεριφορά μπορεί να έχει πραγματικά αρνητικό αντίκτυπο στην επιχείρηση και στα οικονομικά της. Οι συνέπειες περιλαμβάνουν πρόστιμα, αυξημένη ευθύνη έναντι περιβαλλοντικών φόρων, μείωση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων της π.χ. μείωση της αξίας της γης, απομείωση του σήματος (Brand name), απώλεια πωλήσεων, μποϊκοτάζ από τους καταναλωτές, αδυναμία εξασφάλισης χρηματοδότησης, απώλεια ασφαλιστικής κάλυψης, ενδεχόμενες υποχρεώσεις, αγωγές και βλάβες της εταιρικής εικόνας.

Σχεδόν όλοι οι τομείς των επιχειρήσεων έχουν επηρεασθεί από πιέσεις που δέχονται για την μόλυνση του περιβάλλοντος συμπεριλαμβανομένου και του τομέα της Λογιστικής.  Τα παραδοσιακά λογιστικά συστήματα δεν μπορούν να καταγράψουν επαρκώς το περιβαλλοντικό κόστος με συνέπεια να καταχωρείται σε γενικούς λογαριασμούς όπως π.χ. διάφορα έξοδα. Συνεπώς, οι διοικήσεις των επιχειρήσεων δεν μπορούν να αποκτήσουν πληροφορίες σχετικά με το περιβαλλοντικό κόστος και κατά συνέπεια δεν μπορούν να το μειώσουν. Η Περιβαλλοντική Διοικητική Λογιστική είναι μια προσπάθεια να ενοποιήσει την καλύτερη διοικητική λογιστική θεωρία και πρακτική με την καλύτερη περιβαλλοντική θεωρία και πρακτική και αφορά στην κατάρτιση χρηματοοικονομικών και μη χρηματοοικονομικών εκθέσεων προκειμένου να στηριχθούν αποφάσεις για την διαχείριση του περιβάλλοντος, με στόχο τον εντοπισμό και την κατανομή του κόστους που σχετίζεται με το περιβάλλον.

Βιωσιμότητα-αειφόρος ανάπτυξη.

Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια αυξανόμενη πίεση στις επιχειρήσεις να διευρύνουν τους στόχους τους όσον αφορά την εταιρική τους ευθύνη. Πολλές επιχειρήσεις έχουν ανταποκριθεί δημοσιεύοντας και αποτιμώντας τις κοινωνικές τους επιπτώσεις, αξιοποιώντας πρότυπα που έχουν αναπτυχθεί, όπως το GRI (Global Reporting Initiative Standards).

Τα πρότυπα GRI αντιπροσωπεύουν την παγκόσμια βέλτιστη πρακτική για δημοσίευση αναφορών για μια σειρά οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων. Η αναφορά βιωσιμότητας της επιχείρησης βάσει των Προτύπων αυτών παρέχει πληροφορίες σχετικά με τη θετική ή αρνητική συμβολή ενός οργανισμού στην αειφόρο ανάπτυξη. Τα πρότυπα GRI αποτελούν επίσης μια αξιόπιστη αναφορά για τους υπεύθυνους της χάραξης πολιτικής για το φυσικό περιβάλλον και τις ρυθμιστικές αρχές παγκοσμίως. Τελικά ενθαρρύνουν και επιτρέπουν αξιόπιστες, μη χρηματοοικονομικές αναφορές από τις εταιρείες που υπάγονται στον έλεγχο της.

Ένας αυξανόμενος αριθμός επιχειρήσεων παγκοσμίως, ακολουθούν σε κάποια έκταση τον οδηγό των προτύπων του GRI. Για παράδειγμα η κοινωνική και περιβαλλοντική αναφορά της British Telecom το έτος 2004 περιλάμβανε έντεκα μη χρηματοοικονομικούς δείκτες. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται και δείκτες όπως οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα οι οποίες ήταν 46% χαμηλότερες σε σχέση με το 1996, μείωση των αποβλήτων σε χωματερές σε 12.201 τόνους από 79.677 τόνους, και ποσοστό ανακύκλωσης των απορριμμάτων που έφθανε το 26%. Δηλαδή, μια επιχείρηση χαρακτηρίζεται από το περιβαλλοντικό της αποτύπωμα, το οποίο δεν είναι τίποτε άλλο από την κατανάλωση των φυσικών πόρων που απαιτούνται για τη δημιουργία προϊόντων και υπηρεσιών καθώς επίσης και την διαχείριση των αποβλήτων που προκύπτουν από την παραγωγή και κατανάλωση αυτών των πόρων.

Στα τέλη της δεκαετίας 1980 ίσως υπήρχαν δύο με τρείς επιχειρήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο οι οποίες δημοσίευαν περιβαλλοντικές αναφορές. Σήμερα ωστόσο,  σημαντικός αριθμός εισηγμένων σε χρηματιστήρια επιχειρήσεων, καταρτίζουν και δημοσιεύουν αναφορές σχετικά με το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα.  Σήμερα υπάρχουν περίπου είκοσι μοντέλα, για περιβαλλοντική αναφορά.

Τα ζητήματα που σχετίζονται με την περιβαλλοντική λογιστική αλλάζουν σταθερά στο πέρασμα του χρόνου. Πολλές επιχειρήσεις αγνοούσαν τα περιβαλλοντικά θέματα κατά το παρελθόν, ωστόσο μέχρι πότε θα είναι σε θέση να το κάνουν αυτό; Η περιβαλλοντική λογιστική θα πρέπει να εισέλθει σε όλα τα στοιχεία των επιχειρήσεων συντάσσοντάς αναφορές για το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, προσδοκώντας σε μια ορθολογική χρήση των φυσικών πόρων και σε ένα βιώσιμο μέλλον.  

Tags: No tags

Comments are closed.