Π.Δ.54/2018: Η Λογιστική μεταρρύθμιση στην οικονομική λειτουργία των φορέων γενικής κυβέρνησης και η πορεία μετάβασης στο Νέο Λογιστικό Πλαίσιο

Δημήτρης Συρίγος, Διευθυντής, Business Monitoring, ΣΟΛ Crowe Συμβουλευτική

Αναφορά στις διεθνείς τάσεις στη λογιστική του Δημοσίου τομέα

Οι διεθνείς χρηματοοικονομικές κρίσεις κατέστησαν επιτακτική την ανάγκη για τη σύνταξη αξιόπιστων χρηματοοικονομικών καταστάσεων στο Δημόσιο τομέα, για την παρακολούθηση της επίδοσης των φορέων καθώς και για τη λήψη αποφάσεων λογοδοσίας και διαφάνειας.

Το γεγονός αυτό συνέτεινε, οι φορείς του Δημοσίου να υιοθετήσουν τη λογιστική του δεδουλευμένου, που αναγνωρίζει τα γεγονότα τη στιγμή που πραγματοποιούνται, ανεξάρτητα του χρόνου της χρηματικής συναλλαγής, με αποτέλεσμα οι οικονομικές πράξεις να αναγνωρίζονται και να καταχωρούνται στις οικονομικές καταστάσεις στις περιόδους που σχετίζονται. Αποτελεί δε θεμελιώδη διαφορά με τη χρήση της ταμειακής λογιστικής που ακολουθείται μέχρι και σήμερα στο Δημόσιο και έχει ως συνέπεια τα γεγονότα να εμφανίζονται με χρονική διαφορά στις οικονομικές καταστάσεις των φορέων σε σχέση με το χρόνο πραγματοποίησής τους.

Αυτή ήταν η βασική αιτία ανάπτυξης των IPSAS που αποτελούν ένα σύνολο 49 λογιστικών προτύπων για τον Δημόσιο τομέα βασιζόμενα στα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Π.Χ.Α.). Παράλληλα, η ευρωπαϊκή επιτροπή το 2013 αποφάσισε να προχωρήσει στην ανάπτυξη ενός συνόλου ευρωπαϊκών λογιστικών προτύπων Δημοσίου τομέα, υπό τον τίτλο EPSAS, που είναι βασισμένα στα IPSAS, δηλαδή στη λογιστική του δεδουλευμένου.

Παρουσίαση του Π.Δ. 54/2018

Με διαμορφωμένο αυτό το διεθνές πλαίσιο αναπτύχθηκε στην Ελλάδα το νέο λογιστικό πλαίσιο για τους Φορείς της Γενικής Κυβέρνησης που περιγράφεται στο Π.Δ.54/2018 και έχει ως βάση τα IPSAS. Οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης πλέον, με την εφαρμογή του Προεδρικού Διατάγματος, θα είναι υποχρεωμένοι να τηρούν λογιστικό διπλογραφικό σύστημα που θα  παρακολουθεί τα οικονομικά τους δεδομένα με βάση την αρχή του δεδουλευμένου σε 8 ομάδες λογαριασμών ως εξής:

  • Ομάδα 1: έσοδα
  • Ομάδα 2: δαπάνες
  • Ομάδα 3: ενσώματα πάγια, άυλα πάγια και αποθέματα
  • Ομάδα 4: χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία
  • Ομάδα 5: χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις
  • Ομάδα 6: προβλέψεις
  • Ομάδα 7: λοιπές οικονομικές ροές
  • Ομάδα 8: λογαριασμοί καθαρής θέσης

και στο τέλος κάθε χρήσης θα συντάσσουν  λογιστικές καταστάσεις που προβλέπονται από τα IPSAS, οι οποίες είναι:

  • Κατάσταση χρηματοοικονομικής θέσης (Ισολογισμός).
  • Κατάσταση χρηματοοικονομικής επίδοσης (Κατάσταση Αποτελεσμάτων).
  • Κατάσταση μεταβολής καθαρής θέσης.
  • Κατάσταση ταμειακών ροών.
  • Προσάρτημα, το οποίο περιλαμβάνει επεξηγηματικές σημειώσεις των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
  • Κατάσταση δημοσιονομικής αναφοράς.
  • Κατάσταση προϋπολογισμού και απολογισμού.

Επίσης στο Π.Δ. 54/2028 προβλέπονται ταξινομήσεις οι οποίες διακρίνονται σε υποχρεωτικές και προαιρετικές. Οι υποχρεωτικές ταξινομήσεις  είναι οι παρακάτω:

  • Οικονομική ταξινόμηση, στην οποία προκύπτουν οι απαιτούμενες πληροφορίες με βάση την ανάπτυξη του λογιστικού σχεδίου.
  • Διοικητική ταξινόμηση,    στην οποία αντανακλάται η οργανωτική και ιεραρχική δομή των φορέων.
  • Λειτουργική ταξινόμηση, στην οποία καθορίζονται οι τομείς ανάλωσης των δαπανών (προϋπολογισμός).

Οι προαιρετικές προβλέπουν ταξινομήσεις κατά πρόγραμμα και πηγή χρηματοδότησης, κατά χωρική κατανομή των χρηματοοικονομικών πόρων και τέλος ταξινομήσεις για κοστολογικούς σκοπούς.

Στόχος όλων όσων προαναφέραμε είναι η διασφάλιση της παροχής αξιόπιστης χρηματοοικονομικής πληροφόρησης με βάση την αρχή του δεδουλευμένου.

Λογιστική μεταρρύθμιση στη λειτουργία των φορέων Γενικής Κυβέρνησης

Η λογιστική μεταρρύθμιση, όπως προαναφέραμε, θα προέλθει από την υιοθέτηση της αρχής του δεδουλευμένου σε σχέση με τη χρήση της ταμειακής λογιστικής που εφαρμόζεται μέχρι σήμερα στη λειτουργία του Δημόσιου τομέα. Η εφαρμογή των διεθνών λογιστικών προτύπων του Δημόσιου τομέα (IPSAS) απαιτούν την εφαρμογή συγκεκριμένων ενεργειών. Συγκεκριμένα:

  • Την αναγνώριση και καταγραφή όλων των περιουσιακών στοιχείων, διαδικασία που πρέπει να επικαιροποιείται κάθε χρόνο.
  • Την ακριβή ενημέρωση της κατάστασης των παγίων στοιχείων (ενσώματων και άυλων), των αποθεμάτων, των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων.
  • Την ανάγκη διακριτής διαχείρισης των παγίων περιουσιακών στοιχείων από τα αποθέματα. Ιδιαίτερη προσοχή θα απαιτηθεί στη λειτουργία των αποθηκών υλικού (ανταλλακτικά παγίων, αναλώσιμα, πρώτες ύλες…).
  • Η αρχή του δεδουλευμένου θα επιφέρει αλλαγή στο τρόπο αναγνώρισης, βεβαίωσης και είσπραξης των εσόδων. Η χρονική διαφοροποίηση της αναγνώρισης των εσόδων θα επιφέρει προσαρμογές στις διαδικασίες καταγραφής και αναφοράς τους. Ανάλογες προσαρμογές θα επέλθουν στην παρακολούθηση των απαιτήσεων, τον προσδιορισμό της ακριβούς αξίας τους και τον χαρακτηρισμό των επισφαλειών και των παραγραφών.
  • Αντίστοιχες αλλαγές θα επέλθουν και κατά την ορθή λογιστικοποίηση των εξόδων και του χρόνου αναγνώρισης των οφειλών προς τους προμηθευτές των φορέων.
  • Οι νομικές υποχρεώσεις, ειδικά εκείνες που ενδεχομένως να επιφέρουν μελλοντικές δαπάνες, θα πρέπει να παρακολουθούνται με ακρίβεια και συνέπεια.
  • Οι νέες οικονομικές καταστάσεις, όπως οι ταμειακές ροές και οι δημοσιονομικές αναφορές, απαιτούν εξοικείωση και άντληση περισσότερων στοιχείων για τη σύνταξή τους.

Όλα τα παραπάνω θα επιφέρουν σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία των φορέων του Δημόσιου τομέα και ειδικότερα στις υπηρεσίες προμηθειών, διαχείρισης αποθηκών, παρακολούθησης παγίων, στις τεχνικές και νομικές υπηρεσίες και τέλος στην οικονομική υπηρεσία που καλείται να παρακολουθεί και να αποτυπώνει τις παραπάνω πληροφορίες.

Μετάβαση στο νέο λογιστικό πλαίσιο

Κατά την περίοδο της μετάβασης στο νέο λογιστικό πλαίσιο οι φορείς του Δημόσιου τομέα θα πρέπει να προετοιμαστούν και να προσαρμοστούν στα νέα πρότυπα, ώστε να διασφαλίσουν ότι οι παρεχόμενες οικονομικές πληροφορίες είναι αξιόπιστες και συμβατές με τα προβλεπόμενα στο Π.Δ. 54/2018.

Οι κανόνες και οι απαιτούμενες ενέργειες για την εφαρμογή του νέου λογιστικού πλαισίου προσδιορίζονται στο IRSAS 33, σύμφωνα με το οποίο ο κάθε φορέας θα πρέπει να αναγνωρίσει όλα τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις του, να τα αναταξινομήσει με βάση τη νέα οικονομική ταξινόμηση, να επιμετρήσει τις αξίες τους και να εξαιρέσει τα στοιχεία που δεν αναγνωρίζονται από το νέο πλαίσιο. Οι οδηγίες του προτύπου ισχύουν από τη λήψη της απόφασης για τη μετάβαση ως την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής, η οποία έχει ορισθεί η 1/1/2025.

Κατά την ημερομηνία αυτή θα πρέπει να δημοσιευτούν οι οικονομικές καταστάσεις, για τις οποίες κάναμε αναφορά προηγουμένως, στη παρουσίαση του ΠΔ 54/2018, με σαφή αναφορά των δεδομένων της προηγούμενης περιόδου. Εφόσον δεν είναι δυνατή η αναδιατύπωση των ποσών της συγκριτικής περιόδου, πρέπει να γίνει σαφής αναφορά στο γεγονός και στο λόγο που αυτό δεν κατέστη δυνατό.

Για να είναι σε θέση ο κάθε φορέας του Δημοσίου τομέα να προβεί σε αυτές τις ενέργειες, θα πρέπει να έχει φροντίσει:

  • Να εκπαιδεύσει το προσωπικό του, στις νέες απαιτήσεις της λογιστικής παρακολούθησης που προβλέπει το προεδρικό διάταγμα.
  • Να προετοιμάσει τα πληροφοριακά του συστήματα, ώστε να μπορούν να υποστηρίξουν τα νέα δεδομένα.
  • Να αναπροσαρμόσει την αξία της περιουσίας του σύμφωνα με τους νέους λογιστικούς κανόνες.
  • Να αναδιοργανώσει τις λογιστικές του διαδικασίες.

Όλα τα παραπάνω αποτελούν ένα στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί από το Δημόσιο τομέα, ώστε να γίνει δυνατή η σύνταξη αξιόπιστων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, που είναι απαραίτητες για την αξιολόγησή του και τη λήψη σημαντικών αποφάσεων που το αφορούν γενικότερα.

Η ΣΟΛ Crowe Συμβουλευτική στο Business Monitor του Fortune Greece, στο One Channel, για θέματα ESG & Climate Change

Ο @Antonis Gavriil Antoniadis, Senior Manager, Υπηρεσίες ESG & Climate Change, ΣΟΛ Crowe Συμβουλευτική, συνομιλεί με τον @TasosZachos, CEO & Editor-in-Chief του @FortuneGreece, στην εκπομπή @BusinessMonitor στο @OneChannel.

Στο επίκεντρο της συζήτησης βρίσκονται οι τελευταίες εξελίξεις του #ESG, όπως το αναμενόμενο Omnibus, η εθνική νομοθεσία στις χώρες της ΕΕ, ο ρόλος του #ESG ως εργαλείο διαχείρισης κινδύνων, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις στην υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών κ.α. 

Δείτε πιο κάτω ολόκληρη τη συνέντευξη του Αντώνη Αντωνιάδη στο Business Monitor

Οι εξελίξεις και οι προκλήσεις στον τομέα του ESG

Γράφουν για το NSociety της Ναυτεμπορικής οι Σπύρος Καψοκαβάδης, Διευθυντής, Υπηρεσίες Διαχείρισης Κινδύνων, ΣΟΛ Crowe Συμβουλευτική και Αντώνης Αντωνιάδης, Senior Manager, Υπηρεσίες ESG & Climate Change, ΣΟΛ Crowe Συμβουλευτική

ΤΟ 2024 υπήρξε χρονιά καμπής για τον τομέα του ESG (Περιβάλλον, Κοινωνία και Εταιρική Διακυβέρνηση), με νέες νομοθετικές ρυθμίσεις να επηρεάζουν ουσιαστικά το επιχειρηματικό περιβάλλον τόσο στην Ελλάδα όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η έναρξη της υποχρεωτικής δημοσίευσης δηλώσεων βιωσιμότητας από εισηγμένες εταιρείες, βάσει της Οδηγίας CSRD (Corporate Sustainability Reporting Directive – 2022/2464), σηματοδότησε μια νέα εποχή διαφάνειας και λογοδοσίας.

Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε σε σημαντικές πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της αξιοπιστίας των ESG αξιολογήσεων, την αποφυγή του greenwashing και την εναρμόνιση των επιχειρηματικών πρακτικών με τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης.

ΈΝΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ βήμα προς την ενίσχυση της διαφάνειας στις επιχειρηματικές πρακτικές αποτελεί η νέα οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2024/825), η οποία αποσκοπεί στην προστασία των καταναλωτών από παραπλανητική περιβαλλοντική διαφήμιση (greenwashing).

Η οδηγία, που εγκρίθηκε τον Φεβρουάριο του 2024, επιβάλλει στις επιχειρήσεις να παρέχουν σαφείς, τεκμηριωμένες και επαληθεύσιμες αποδείξεις για τους ισχυρισμούς που αφορούν τη βιωσιμότητα των προϊόντων ή των υπηρεσιών τους, μειώνοντας τα φαινόμενα παραπλανητικής επικοινωνίας.

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ, το 2023 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε την πρόταση για την Οδηγία Green Claims Directive, η οποία θεσπίζει αυστηρότερα κριτήρια τεκμηρίωσης των περιβαλλοντικών ισχυρισμών των επιχειρήσεων.

Το 2024, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε τη θέση του επί της πρότασης, απαγορεύοντας γενικούς όρους όπως «φιλικό προς το περιβάλλον» ή «ουδέτερο άνθρακα» χωρίς επαρκή και επαληθεύσιμα δεδομένα. Η οριστική υιοθέτηση της Οδηγίας αναμένεται το 2025.

Η ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ των επενδυτών στα βιώσιμα χρηματοοικονομικά προϊόντα ενισχύεται μέσω του νέου κανονισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2024/3005) για τη διαφάνεια και την ακεραιότητα των αξιολογήσεων ESG, ο οποίος εγκρίθηκε το 2024.

Ο κανονισμός επιβάλλει στους παρόχους αξιολογήσεων ESG να αποκαλύπτουν τις μεθοδολογίες τους και να υπόκεινται σε εποπτεία από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA), αποτρέποντας φαινόμενα greenwashing και ενισχύοντας τη διαφάνεια.

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ ενέκρινε επίσης την Οδηγία CSDDD (2024/1760) για την Εταιρική Δέουσα Επιμέλεια, η οποία απαιτεί από τις επιχειρήσεις να ενσωματώσουν τη βιωσιμότητα και την υπευθυνότητα σε όλες τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες.

Οι εταιρείες υποχρεούνται να διαχειρίζονται περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς κινδύνους σε όλη την αλυσίδα αξίας τους, υιοθετώντας διαδικασίες για την πρόληψη και μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στα ανθρώπινα δικαιώματα και το περιβάλλον.

Η ΑΝΑΓΚΗ για αξιόπιστη διασφάλιση πληροφοριών βιωσιμότητας ενισχύεται με την υιοθέτηση του Διεθνούς Προτύπου ISSA 5000 από το Διεθνές Συμβούλιο Προτύπων Ελέγχου και Διασφάλισης.

Το νέο πλαίσιο, το οποίο εγκρίθηκε στις 12/11/2024, εισάγει αυστηρότερα πρότυπα διασφάλισης μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών, διευκολύνοντας την υιοθέτηση ενιαίων πρακτικών από τις επιχειρήσεις.

ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, η ενσωμάτωση της Οδηγίας CSRD (Ε.Ε.) 2022/2464 πραγματοποιήθηκε με τον νόμο 5164/2024 (ΦΕΚ Α’ 202), ο οποίος δημοσιεύθηκε στις 12/12/2024.

Ο νέος νόμος καθιστά υποχρεωτική τη δημοσίευση δηλώσεων βιωσιμότητας από τις επιχειρήσεις, σύμφωνα με τα Ευρωπαϊκά Πρότυπα Αναφοράς Βιωσιμότητας (ESRS), αντικαθιστώντας το προηγούμενο πλαίσιο NFRD.

Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ των επιχειρήσεων σε ένα αυστηρότερο ESG περιβάλλον παρουσιάζει προκλήσεις, αλλά και ευκαιρίες. Το νέο «Omnibus» πακέτο, που επεξεργάζεται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στοχεύει στην ενοποίηση κρίσιμων ESG κανονισμών (CSRD, CSDDD, Κανονισμός Ταξινομίας), διευκολύνοντας την προσαρμογή των επιχειρήσεων.

Παρόλο που κάποιες επιχειρήσεις εκφράζουν ανησυχίες για το διοικητικό βάρος, η αυξημένη διαφάνεια και αξιοπιστία των βιώσιμων επενδύσεων θα αποτελέσουν σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα.

ΤΟ 2024 αποτέλεσε έτος-ορόσημο για το ESG, με τις νέες ρυθμίσεις να διαμορφώνουν το μέλλον της βιωσιμότητας και της εταιρικής υπευθυνότητας.

Οι επιχειρήσεις καλούνται όχι μόνο να συμμορφωθούν με τις νέες απαιτήσεις, αλλά και να επενδύσουν σε ολοκληρωμένες ESG στρατηγικές που διασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητά τους. Σε αυτό το δυναμικό περιβάλλον, η ενίσχυση της διαφάνειας και η υιοθέτηση υπεύθυνων πρακτικών δεν αποτελούν μόνο κανονιστική υποχρέωση, αλλά και ευκαιρία για βιώσιμη ανάπτυξη.

Talent Management: Ενορχηστρώνοντας τη Στρατηγική των Ταλέντων

Γράφει στο HR Professional ο Σπύρος Τρύφωνας, Manager, Συμβουλευτικές Υπηρεσίες Ανθρώπινου Δυναμικού, ΣΟΛ Crowe Συμβουλευτική

Η Στρατηγική Talent Management αναφέρεται στο μεσο-μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για την καλύτερη δυνατή κάλυψη θέσεων εργασίας σε όλο το φάσμα ενός οργανισμού, τόσο από το υφιστάμενο προσωπικό όσο και από το μελλοντικά ενταγμένο.  Έργο πάντα δύσκολο στην υλοποίηση.

Η διαχείριση των Ταλέντων, παραδοσιακά συσχετίζεται με μια σειρά από «κλασματικές» και «κατ’ αποκοπή» δράσεις: Αναζήτηση, Εύρεση, Ενσωμάτωση, Ανταμοιβή Απόδοσης, Εκπαίδευση, Ανάπτυξη, προοπτική Ανέλιξης ή Διαδοχής. Έχει παρατηρηθεί ότι για την κάλυψη των παραπάνω, η σύνθεση των εξειδικευμένων δράσεων κάτω από ένα ευρύ φάσμα στρατηγικής οπτικής, υπόκειται σε περιορισμούς που ακούσια ή εκούσια αναπαράγονται στο εταιρικό περιβάλλον. 

Σε επίπεδο στρατηγικής προτεραιότητας, η «μονομερής» προσπάθεια της διεύθυνσης προσωπικού μιας επιχείρησης δεν εγγυάται από μόνη της την αποτελεσματικότητα των δράσεων της. Υπάρχουν παραδείγματα επιχειρήσεων όπου, τόσο η ηγεσία όσο και οι επικεφαλής άλλων διευθύνσεων εμφανίζουν «ασθενή» αντίληψη στην  υποστήριξη της διαχείρισης των δράσεων αναφορικά με το ταλαντούχο δυναμικό τους. 

Ενδεικτικά παραδείγματα παρατηρούνται όταν ένα στέλεχος δεν συμπεριλαμβάνεται στο πλάνο διαδοχής ενός άλλου τομέα εντός της επιχείρησης ή όταν δύο τμήματα αναζητούν εργαζόμενους με παρόμοια προφίλ, εφαρμόζοντας παράλληλα διαφορετικές διαδικασίες και παραλείποντας την δυναμική των εσωτερικών Ταλέντων.  Η έλλειψη ξεκάθαρης στρατηγικής μπορεί να παραλληλιστεί με την περίπτωση ομάδας έμπειρων μουσικών, όπου ορισμένα μέλη δεν διαθέτουν ανάλογης κλάσης μουσικά όργανα της ειδικότητας τους ή ακόμη και εάν τα διαθέτουν πλήρως, αδυνατούν να ευθυγραμμιστούν με τον διευθυντή ορχήστρας, με αποτέλεσμα να μην επιτυγχάνεται ο απώτερος στόχο της «άρτιας  και ευήκοης παράστασης».

Η πολυπλοκότητα της αγοράς, η διεύρυνση των επιχειρησιακών προτεραιοτήτων και οι συνεχώς μεταβαλλόμενες προσδοκίες ικανών ανθρώπων από όλο το δια-γενεακό φάσμα οδηγούν σε μια αναθεώρηση του τρόπου διαχείρισης στο ερώτημα «Πως επενδύω στους ανθρώπους μου στο μέλλον;».

Οι ηγεσίες καλούνται, ως game changers, να σχεδιάσουν και να εφαρμόσουν ένα μίγμα πρωτοβουλιών το οποίο στρατηγικά αφενός να καλύπτει επιτυχώς τις απαιτήσεις του παρόντος και αφετέρου να λαμβάνει υπόψη τις συνειδητές αναζητήσεις των Ταλέντων για:

  • ταλαντούχους ηγέτες, που ασχολούνται με την ενορχήστρωση, τον εύρυθμο συντονισμό της ομάδας, εμπνέοντας και καθοδηγώντας με σαφή και δυναμικό σχεδιασμό κινήσεων       
  • «εργασιακά οικοσυστήματα», όπου κάθε δράση δεν λειτουργεί αποσπασματικά ή κατά αποκοπή ως τμήμα μιας διαδικασίας «ad-hoc checklist» αλλά ως μέρος της ευρύτερης επιχειρηματικής στρατηγικής για ανάδειξη και αξιοποίηση των αρετών και των ικανοτήτων των ανθρώπων της
  • ισότιμες ευκαιρίες για επιβράβευση και αναγνώριση της επαγγελματικής αριστείας
  • εναρμονισμένεςδράσεις εάν όχι σε όλο, τουλάχιστον στο μεγαλύτερο εύρος εμβέλειας αυτών 

Η στρατηγική talent management μέσα από την πρόβλεψη αναγκών και την προ-δραστική εκπόνηση συνδυαστικών πλάνων,αναμφισβήτητα συνεισφέρει στην ενδυνάμωση των επιχειρήσεων και στην προετοιμασία τους για την επόμενη ημέρα. Το επιστέγασμα των λειτουργικών διεργασιών θα πρέπει να πορεύεται ως ένα ενιαίο σύνολο και να κρίνεται για την αποτελεσματικότητα του μέσα από το στρατηγικό ορίζοντα της επιχείρησης. 

Fair, Fast and Cost-Effective – How ADR benefits all parties and improves compliance

An article by John Giannopoulos, General Manager and Head of Tax Services, SOL Crowe Advisory, for the publication “Business Partners” of The American – Hellenic Chamber of Commerce.

Alternative Dispute Resolution (ADR) in taxation refers to methods used to resolve tax disputes without having to resort to traditional litigation. Typically, successful ADR models aim to reduce the backlog of tax courts (though the judiciary has the role of agreement guardian), lower costs of resolving disputes and maintain a constructive relationship between taxpayers and tax authorities. To this effect nearly all stakeholders in tax systems have an interest in efficient ADR which may include some form, or a combination of, mediation, arbitration, and / orconciliation.

Successful ADR models include the HMRC’s ADR process where mediation is utilized as a means to resolve disputes; trained mediators work with both the taxpayer and HMRC to reach an agreement. Similarly, the Australian Taxation Office uses a variety of ADR methods, including mediation and facilitated negotiation, to resolve disputes while the IRS provides for an independent review of tax disputes through an appeal procedure where taxpayers can request a conference with an appeals officer to settle the case without litigation.

ADR Models can readily enhance efficiency in tax systems by facilitating faster resolution of disputes, elimination of uncertainty, cost saving procedures, and reducing the burden of the legal system taxpayers. Moreover, ADR methods can ensure quicker tax revenue collection, minimize financial and administrative costs of prolonged disputes and improve overall awareness of the tax system as fair and efficient while altogether encouraging taxpayer compliance and fostering better relationships with taxpayers by promoting transparency, fairness, and collaboration rather than adversarial confrontations.

Η Αξία της Υπεύθυνης Επιχειρηματικότητας για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη

Γράφει ο Άγγελος Αλαμάνος, Διευθύνων Σύμβουλος, ΣΟΛ Crowe Συμβουλευτική για το περιοδικό «ΧΡΗΜΑ», Νοέμβριος 2024

Η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελεί την τελευταία πενταετία έναν από τους βασικούς πυλώνες στρατηγικής για τις ελληνικές επιχειρήσεις, συνδυάζοντας τους οικονομικούς στόχους με τη δέσμευση για κοινωνική ευθύνη και περιβαλλοντική βιωσιμότητα.

Οι επιχειρήσεις προσπαθούν να κατανοήσουν το συνεχώς εξελισσόμενο κανονιστικό πλαίσιο και να ενσωματώσουν τις πρακτικές βιώσιμης ανάπτυξης τόσο στον στρατηγικό όσο και στον λειτουργικό τους σχεδιασμό – μια διαρκής διαδικασία, καθώς η αξία της υπεύθυνης επιχειρηματικότητας ενισχύεται με το πέρασμα του χρόνου. Ωστόσο, δεν βρίσκονται όλες στην ίδια φάση εξέλιξης, δεν αναπτύσσονται με την ίδια ταχύτητα. Ορισμένες έχουν ήδη ενσωματώσει αυτές τις πρακτικές, απολαμβάνοντας τα αντίστοιχα οφέλη, ενώ άλλες βρίσκονται ακόμα σε πρώιμα στάδια και έχουν ακόμη δρόμο να διανύσουν.

Καθώς οι καταναλωτές και οι επενδυτές απαιτούν όλο και περισσότερο ηθικές και βιώσιμες πρακτικές, οι εταιρείες που ενστερνίζονται την υπεύθυνη επιχειρηματικότητα αναδεικνύονται ως πιο ανταγωνιστικές, πιο ανθεκτικές και πιο ελκυστικές στις σύγχρονες αγορές.

Η Σημασία των Κριτηρίων ESG για την Προσέλκυση Επενδύσεων

Η υιοθέτηση των κριτηρίων ESG (Environmental, Social, Governance) έχει αναδειχθεί ως βασικό κριτήριο για την προσέλκυση επενδυτών. Τα κριτήρια ESG αφορούν τις περιβαλλοντικές πρακτικές, τις πρωτοβουλίες κοινωνικής ευθύνης και την εταιρική διακυβέρνηση, λειτουργώντας ως δείκτης υπευθυνότητας και διαφάνειας.

Είναι πλέον ευρέως αποδεκτό ότι οι επενδυτές δεν περιορίζονται απλώς στην αξιολόγηση των οικονομικών επιδόσεων μιας επιχείρησης, αλλά εξετάζουν και το κατά πόσο αυτή λειτουργεί με υπεύθυνο τρόπο τόσο προς το περιβάλλον όσο και προς την κοινωνία. H υιοθέτηση των καλών πρακτικών ESG είναι ύψιστη προτεραιότητα στην ατζέντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συνδέεται άμεσα με την κατεύθυνση των επενδυτικών κεφαλαίων.

Υπεύθυνη Επιχειρηματικότητα: Μοχλός Ανάπτυξης

Η υπεύθυνη επιχειρηματικότητα αποτελεί μοχλό ανάπτυξης τόσο για τις ίδιες τις επιχειρήσεις όσο και για τις τοπικές κοινωνίες. Οι επιχειρήσεις που λειτουργούν με υπευθυνότητα δεν περιορίζονται στη συμμόρφωση με τους κανονισμούς, αλλά προχωρούν πέρα από αυτούς, συμβάλλοντας στη βελτίωση των κοινωνικών δομών και της ποιότητας ζωής.

Επιπλέον, οι εταιρείες που υιοθετούν ESG πρακτικές αποκτούν πρόσβαση σε αγορές που απαιτούν υψηλά πρότυπα από τους προμηθευτές τους. Τέλος, η εφαρμογή των κριτηρίων ESG ενισχύει τη σχέση με το ανθρώπινο δυναμικό, προσφέροντας ένα ασφαλές και υποστηρικτικό περιβάλλον εργασίας

Με τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας, τη συνεργασία με τοπικούς προμηθευτές και τη συμμετοχή σε κοινωφελή έργα, οι επιχειρήσεις ενισχύουν την κοινωνική συνοχή και την οικονομική σταθερότητα.

Παράλληλα, η υπεύθυνη επιχειρηματικότητα λειτουργεί ως μοχλός ανάπτυξης και για τη χώρα συνολικά. Ενισχύει την αξιοπιστία του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, καθιστώντας τη χώρα πιο ελκυστική για ξένες επενδύσεις. Οι εταιρείες που επενδύουν σε βιώσιμες πρακτικές συμβάλλουν στη δημιουργία ενός θετικού επιχειρηματικού κλίματος, που ενθαρρύνει την ανάπτυξη και την καινοτομία. Αυτό οδηγεί στη δημιουργία ενός ισχυρότερου οικονομικού συστήματος, ικανού να αντιμετωπίσει τις σύγχρονες προκλήσεις του παγκόσμιου οικονομικού ανταγωνισμού και της κλιματικής κρίσης.

Συμπέρασμα

Η στρατηγική της βιώσιμης ανάπτυξης και της υπεύθυνης επιχειρηματικότητας είναι αλληλένδετα στοιχεία μιας ολοκληρωμένης επιχειρηματικής στρατηγικής. Οι επιχειρήσεις που ενσωματώνουν κοινωνικές και περιβαλλοντικές αξίες όχι μόνο επιβιώνουν, αλλά και πρωτοπορούν, συμβάλλοντας στη δημιουργία μιας πιο δίκαιης και βιώσιμης κοινωνίας. Η υιοθέτηση πρακτικών ESG, η κοινωνική ευθύνη και η δέσμευση για βιώσιμη ανάπτυξη είναι απαραίτητες για την επίτευξη της επιχειρηματικής επιτυχίας και τη διασφάλιση ενός βιώσιμου μέλλοντος.