Μια «εμπειρία ταξιδιού» για τους ανθρώπους των επιχειρήσεων

Γράφει ο Αντώνης Πολυχρονίδης, Διευθυντής, Συμβουλευτικές Υπηρεσίες Ανθρώπινου Δυναμικού

Είναι μεγάλη η πρόκληση  αλλά και η ευθύνη να ισχυρίζεσαι ότι παρέχεις συμβουλευτική  για το ανθρώπινο κεφάλαιο των εταιριών, μπαίνοντας στα πεδία της νοημοσύνης, των ιδεών, της ευφυούς σκέψης και της  ανθρώπινης  δυναμικότητας.
Σε ένα διεθνές περιβάλλον αλλαγών και προκλήσεων και σε μια ελληνική επιχειρηματική πραγματικότητα που προσπαθεί να σταθεί ξανά στα πόδια της και να ατενίσει με περισσότερη αισιοδοξία το μέλλον, η ΣΟΛ Crowe διευρύνει την παλέτα των υπηρεσιών της με τις Συμβουλευτικές Υπηρεσίες Ανθρώπινου Δυναμικού.
Δημιουργώντας ένα περιβάλλον εμπιστοσύνης και εποικοδομητικού διαλόγου, στην ΣΟΛ Crowe υποστηρίζουμε τις διευθύνσεις Ανθρώπινου Δυναμικού στην ανάληψη πρωτοβουλιών διαχείρισης και αξιοποίησης του ανθρώπινου κεφαλαίου ως κύριου πυλώνα της επιχειρησιακής αποτελεσματικότητας.
Οι «κορυφές» για «κατάκτηση» πολλές, και οι «κόμποι» που είτε πρέπει να λυθούν είτε χρειάζεται για ασφάλεια να φτιαχτούν, απαιτούν γενναίους διασκελισμούς, καινοτομική ματιά και δημιουργική νοημοσύνη.
Οι Συμβουλευτικές Υπηρεσίες, επικεντρώνονται σε τομείς γνωσιακού εμπλουτισμού και εκπαίδευσης, διοικητικών πρακτικών και επιχειρησιακής κουλτούρας, πολιτικών και συστημάτων ανθρώπινου δυναμικού. Με στόχο τη δημιουργία μιας «Αλυσίδας Αξίας», εξερευνούμε μαζί τον χάρτη των ενδιαφερόντων, σχεδιάζουμε με υλικά από επιλεγμένα τερέν τεχνογνωσίας, υλοποιούμε με πάθος και ενεργητικότητα τα έργα και παρουσιάζουμε με σεβασμό και ειλικρίνεια τα συμπεράσματα.
Η εμπειρία μας από το χώρο των συμβουλευτικών υπηρεσιών, των επιχειρήσεων και των αγορών, μας διδάσκει καθημερινά ότι για να αφήσεις αποτυπώματα αισιοδοξίας και θετικής ενέργειας χρειάζεται επαγγελματισμός, υπευθυνότητα και κυρίως μεράκι σε αυτά που προσφέρεις.

Η Οδηγία DAC6 και η υποχρέωση γνωστοποίησης διασυνοριακών φορολογικών σχεδιασμών

Γράφει ο Ιωάννης Γιαννόπουλος, Director, Tax Advisory Services .

Με την Οδηγία DAC6 η Ευρωπαϊκή Ένωση στοχεύει στην εφαρμογή ενός επιπρόσθετου πλαίσιο διαφάνειας αναφορικά με τον σχεδιασμό διασυνοριακών φορολογικών δομών. Η DAC6 (Οδηγία 2018/822ΕΕ) αποτελεί την τελική μορφή πρότασης της Ε.Ε., η οποία δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2017, στο πλαίσιο της δράσης BEPS του ΟΟΣΑ αναφορικά με τους κανόνες διαφάνειας που πρέπει να τηρούνται κατά τον σχεδιασμό  διασυνοριακών φορολογικών ρυθμίσεων από ενδιάμεσα πρόσωπα.

Η εν λόγω Οδηγία, της οποίας ως τελική ημερομηνία εφαρμογής έχει ορισθεί η 1η Ιουλίου 2020 (μεταφορά στις εκάστοτε έννομες τάξεις έως την 31η Δεκεμβρίου 2019), επιδιώκει την παροχή των κατάλληλων εκείνων ποιοτικών και ποσοτικών πληροφορίων προς τις φορολογικές Αρχές των Κρατών Μελών αναφορικά με ενδεχόμενες επιθετικές πρακτικές φορολογικού σχεδιασμού σε πρώιμο, ακόμα, στάδιο ώστε να δοθεί η δυνατότητα διορθωτικών κινήσεων είτε με την έγκαιρη τροποποίηση του κανονιστικού πλαισίου, την αξιολόγηση των πιθανών κινδύνων, τη διενέργεια φορολογικών ελέγχων ή την κάλυψη νομοθετικών κενών.

Προς το σκοπό αυτό η Οδηγία θεσπίζει συγκεκριμένα κριτήρια (hallmarks) βάση των οποίων ένας φορολογικός σχεδιασμός καθορίζεται ως δηλωτέα ρύθμιση. Επιπρόσθετα, η πρωταρχική υποχρέωση γνωστοποίησης βαρύνει τα ενδιάμεσα πρόσωπα, δηλαδή κάθε πρόσωπο το οποίο, μεταξύ άλλων, καταρτίζει, διαθέτει στην αγορά, οργανώνει ή διαχειρίζεται την εφαρμογή μιας δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμιση ή γνωρίζει ή μπορεί ευλόγως να υποτεθεί ότι γνωρίζει ότι έχει αναλάβει να παρέχει, απευθείας ή μέσω άλλων προσώπων, βοήθεια, συνδρομή ή συμβουλές σχετικά με τις σχετικές δραστηριότητες.

Όπως αναμένεται οι ως άνω ρυθμίσεις θα αποτελέσουν ένα επιπρόσθετο πλαίσιο συμμόρφωσης με άμεσο αντίκτυπο σε φορολογικούς συμβούλους, δικηγόρους, διαχειριστές trust και τραπεζικά στελέχη που εμπλέκονται σε έργα φορολογικού σχεδιασμού.

Νόμος 4624/2019 και Συμμόρφωση

Γράφει ο Σπύρος Καψοκαβάδης

Ο Νόμος 4624/2019 αφορά στην αντικατάσταση του νομοθετικού πλαισίου που ρυθμίζει τη συγκρότηση και λειτουργία της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ), στη λήψη μέτρων εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και στην ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 στην εθνική νομοθεσία.

Ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων (ΓΚΠΔ) έχει τεθεί σε εφαρμογή από την 25η Μαΐου 2018, παρ’ όλ’ αυτά ένας μεγάλος αριθμός ιδιωτικών και δη δημόσιων επιχειρήσεων δεν έχει προβεί στη λήψη των απαραίτητων μέτρων και κατ’ επέκταση στη συμμόρφωση με τον 679/2016.

Με την ψήφιση του 4624/2019, η άτυπη ‘’περίοδος προσαρμογής’’ φαίνεται να εκπνέει και οφείλουμε να λάβουμε σοβαρά υπόψιν, έστω και καθυστερημένα, το θέμα της συμμόρφωσης.

Ο πολυαναμενόμενος νόμος, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως την 29η Αυγούστου 2019, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις αρχές που διέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (ΔΠΧ) του άρθρου 5 του ΓΚΠΔ 2016/679 και εμμένει στη λήψη μέτρων όπως ο περιορισμός πρόσβασης από Υπεύθυνους και Εκτελούντες την επεξεργασία, η ψευδονυμοποίηση, η κρυπτογράφηση και ο ορισμός Υπεύθυνου Προστασίας Δεδομένων (ΥΠΔ).

Παρατηρώντας τα πιο βασικά σημεία του νέου νόμου, εστιάζουμε και παραθέτουμε κάποια από τα σημαντικότερα:

  1. Καθορισμός ερευνητικών και διορθωτικών εξουσιών της ΑΠΔΠΧ
  2. Συγκατάθεση νόμιμου αντιπροσώπου για ανήλικους κάτω των 15 ετών
  3. Καθορισμός του πλαισίου επεξεργασίας ΔΠΧ εργαζομένων: συγκατάθεση, ειδικές κατηγορίες ΔΠΧ, κλειστά κυκλώματα οπτικής καταγραφής
  4. Πιστοποίηση από διαπιστευμένους φορείς μέσω του Εθνικού Συστήματος Διαπίστευσης (Ε.ΣΥ.Δ.)
  5. Καθορισμός κυρώσεων:
  6. Ποινικές: φυλάκιση, κάθειρξη, χρηματική ποινή έως 300.000 ευρώ (προς παντός υπαιτίου των πράξεων του Άρθρου 38)
  7. Διοικητικές: πρόστιμο έως 10.000.000 ευρώ (στους φορείς δημόσιου τομέα κατά το Άρθρο 39).

Σημειώνεται ότι, η ΑΠΔΠΧ εξετάζει τις διατάξεις του πρόσφατου νόμου 4624/2019 προκειμένου να διατυπώσει γνώμη για τις ρυθμίσεις του.

Εν κατακλείδι, επιβάλλεται η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όντας θέμα ηθικής και σεβασμού των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων, διασφαλίζοντας παράλληλα το κύρος και την αξιοπιστία της επιχείρησης έχοντας εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη όλων των συναλλασσόμενων και εμπλεκόμενων μερών. Βασική προϋπόθεση για την ορθή εφαρμογή και την επίτευξη των ανωτέρω είναι η αλλαγή νοοτροπίας!

Λογιστική κατάταξη και αποτίμηση κρυπτογραφημένων περιουσιακών στοιχείων

Γράφει ο Διονύσης Παπαγεωργακόπουλος

Παρά τις σημαντικές διακυμάνσεις και την πρόσφατη πτώση της αγοραίας αξίας των κρυπτονομισμάτων, η χρήση αυτών των στοιχείων έχει αυξηθεί σημαντικά από την πρώτη κυκλοφορία του bitcoin το 2009. Η κεφαλαιοποιημένη αξία τους ανήλθε σε  110 δισεκατομμύρια δολάρια στο τέλος του 2018 σε σχέση με το υψηλό των 770 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2018 και η κεφαλαιοποίηση της αγοράς κυριαρχείται από το Bitcoin, το οποίο έχει μερίδιο αγοράς 54%. Ωστόσο, τα κρυπτονομίσματα παραμένουν σχετικά ασήμαντα σε σύγκριση με τις βασικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων όπως οι συμμετοχικοί τίτλοι και το χρήμα αναγκαστικής κυκλοφορίας (fiat money) και προς το παρόν η ΕΚΤ εκτιμά ότι δεν αποτελούν συστημικό κίνδυνο.

Η IFRIC, αφού έλαβε υπόψη της τις λογιστικές απαιτήσεις για τα άυλα περιουσιακά στοιχεία, τα αποθέματα, τα μετρητά και τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, διευκρίνισε ότι τα κρυπτονομίσματα έχουν τα χαρακτηριστικά είτε του άυλου περιουσιακού στοιχείου είτε του αποθέματος, ανάλογα με το σκοπό της διατήρησής τους. Τα κρυπτονομίσματα που κατέχονται ως επένδυση  θα πρέπει να αποτιμώνται  είτε στο κόστος είτε στην αναπροσαρμοσμένη αξία σύμφωνα με το ΔΛΠ 38, ενώ αυτά που κατέχονται με σκοπό την πώλησή τους, στο πλαίσιο της συνήθους δραστηριότητάς της επιχείρησης θα αποτιμώνται σύμφωνα με το Δ.Λ.Π. 2 στη χαμηλότερη τιμή μεταξύ κόστους και καθαρής ρευστοποιήσιμης αξίας και τέλος αυτά που κατέχονται αποκλειστικά για πώληση στα πλαίσια κερδοσκοπικών συναλλαγών  παρέχεται η δυνατότητα επιμέτρησής τους στην εύλογη αξία τους μείον το κόστος διάθεσης.

Εντός του 2019 η EFRAG ξεκίνησε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα κατανόησης και άλλων κρυπτογραφημένων περιουσιακών στοιχείων (utility, security ή hybrid token, e-money κ.α), των οποίων η χρήση τους στη χώρα μας δεν είναι προς το παρόν διαδεδομένη, ώστε να δοθεί καθοδήγηση ως προς την λογιστική απεικόνισή τους.

Πως θα επιτευχθεί η αύξηση των φορολογικών εσόδων από το κράτος

Γράφει ο Γεώργιος Σταματίου, Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής, Αντιπρόεδρος ΔΣ

Ένα διαρκές ζητούμενο για τη δημόσια διοίκηση, ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία, αποτελεί η αύξηση των εσόδων από τη φορολογία, έτσι ώστε οι ασκήσεις επί χάρτου για τη συνολική εικόνα της πορείας της ελληνικής οικονομίας να μπορούν να προσεγγίζουν την πραγματικότητα.

Πρώτη και βασική προϋπόθεση για την ουσιαστική αύξηση των εσόδων από τη φορολογία αποτελεί το ίδιο το φορολογικό σύστημα που επιλέγεται προς εφαρμογή.

Είναι γεγονός ότι η φορολογική πολιτική που εφαρμόστηκε από την αρχή της κρίσης μέχρι και σήμερα, η οποία είχε ένα σαφή, σχεδόν ετεροβαρή προσανατολισμό στην αποκλειστική ικανοποίηση των δημοσιονομικών υποχρεώσεων της χώρας, δεν κατάφερε να δημιουργήσει και τελικά να εμπεδώσει μια φορολογική συνείδηση.

Αυτό σε συνδυασμό με τις αντικειμενικές δυσκολίες των φορολογούμενων -φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων-, τη συνεχιζόμενη αστάθεια της ελληνικής οικονομίας, την σχετική απουσία πολιτικών για την απασχόληση και την ανάπτυξη, την πολυπλοκότητα του φορολογικού συστήματος καθώς και την άνιση κατανομή των φορολογικών υποχρεώσεων σε συνδυασμό με την προοδευτική υποβάθμιση της κοινωνικής μέριμνας, οδήγησε εκ των πραγμάτων στη διατήρηση της φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής, παρά το γεγονός ότι οι φορολογικές υπηρεσίες έχουν βελτιωθεί σημαντικά.

Η αύξηση των εσόδων μέσω της φορολογίας προϋποθέτει κατ’αρχάς τη δραστική μείωση της φοροδιαφυγής, της οποίας πρώτο, ουσιαστικό βήμα είναι το ίδιο το φορολογικό σύστημα, το οποίο πρέπει να είναι αποτελεσματικό, απλό, σαφές, κοινωνικά δίκαιο, σταθερό,  αξιόπιστο & διάφανο. Να έχει χαρακτηριστικά ανάπτυξης συνδεόμενα με την απασχόληση, την έρευνα και την καινοτομία. Να επικεντρώνεται  στην ουσία και όχι στον τύπο. Να δημιουργεί πραγματικές συνθήκες κινήτρων όπως για παράδειγμα για τις επιχειρήσεις που εφαρμόζουν επενδυτικά προγράμματα και υλοποιούν επενδύσεις.

Προϋποθέτει παράλληλα τη δημιουργία μιας γενικότερης εικόνας για τη συνέχεια και συνέπεια του ίδιου του φορολογικού συστήματος, με την εξάλειψη εξαιρέσεων που κατά καιρούς προωθούνται, χωρίς να παρουσιάζουν εντούτοις σημαντικά αποτελέσματα. Χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα οι ρυθμίσεις για τον επαναπατρισμό κεφαλαίων. Για το συγκεκριμένο ζήτημα, υπήρξαν μέχρι σήμερα δύο νομοθετικές ρυθμίσεις, οι οποίες αποσκοπούσαν στην ικανοποίηση ταμειακών αναγκών του κράτους, παρακάμπτοντας όμως θεσμικές διαδικασίες που δημιουργούσαν τη γενική εικόνα της δυνατότητας ‘κάλυψης’ της φοροδιαφυγής από το ίδιο το κράτος. Τα αποτελέσματα και των δύο ρυθμίσεων ήταν ασθενή, δημιουργώντας όμως παράλληλα έντονο το αίσθημα της μη δικαιοσύνης και κινούνταν σε αντίθετη τροχιά από αυτή της εμπέδωσης της φορολογικής συνείδησης.

Ο όποιος σχεδιασμός για την αύξηση των φορολογικών εσόδων πρέπει να ξεκινά από το σχεδιασμό του ίδιου του φορολογικού συστήματος. Η αντίθετη πρακτική της δημιουργίας κανόνων σύμφωνα με τα προσδοκόμενα αποτελέσματα δεν μπορεί παρά να αποτυπώνει τη στιγμή και όχι το βάθος χρόνου. Και το βασικό ζητούμενο σε μια πορεία ανάπτυξης είναι η σταθερότητα και η βιωσιμότητα.